ΑρχικήΕιδήσειςΒοιωτίαΗ μακαριστή γερόντισσα Χριστονύμφη (2005-2011)

ΒΟΙΩΤΙΑ

#TAGS: Αθανάσιος Καραπέτσας 

Η μακαριστή γερόντισσα Χριστονύμφη (2005-2011)

Η μακαριστή γερόντισσα Χριστονύμφη (2005-2011)

Γράφει ο Αθανάσιος Καραπέτσας

Τρίτη, 19 Οκτωβρίου 2021

Γιώργος Πέππας

Όλοι είχανε να πούνε έναν καλό λόγο, στη μικρή μας πολιτεία, για τούτον τον τσαγκάρη και τη δουλειά του. Ήσυχος άνθρωπος ο κυρ Σεραφείμ Γαζής, θεοσεβούμενος, πάντα με το χαμόγελο και τη διάθεση να βοηθάει. Τον έγνοιαζε ο πλησίον. Δεν ήταν λίγες οι φορές που γύρναγε στο σπίτι χωρίς να φέρνει το μεροκάματο για τα έξοδά τους. Ποτέ δε μαρτύραγε τι του συνέβαινε στη σύζυγό του, ποιου ταλαιπωρημένου απάλυνε την ανάγκη. Μόνο η Παναγιά γνώριζε που κρεμόταν ψηλά στον τοίχο του τσαγκάρικου. ‘’Έχουν προβλήματα, οι άνθρωποι!’’, μόνο, έλεγε και ξανάλεγε μ’ έναν αναστεναγμό, που έβγαινε απ’ τα τρίσβαθα της ψυχής του.

Η οικογένεια μεγάλωνε μέσα στη σκλαβιά, τη γερμανική κατοχή, και παρ’ όλα αυτά συμπλήρωνε την ευτυχία τους. Ο Θεός τούς έστειλε τρία χαριτωμένα νιόβγαλτα βλαστάρια, ένα αγόρι και δυο κορίτσια. Της κυρά Ανθούλας τα γόνατα είχαν τριφτεί από τις νυχτερινές μετάνοιες ανταποδίδοντας στον Κύριο το καλό. Με τις φωνούλες και τα χαμογέλια τους απέκτησε ξεχωριστό νόημα η ζωή τους. Δύσκολη, δε λέω, η ζωή αλλά, με τη χάρη των αγίων αλαφραίνουν τα προβλήματα. Ήρθε καιρός που οι κατακτητές φύγανε, ο πόλεμος τέλειωσε. Οι άνθρωποι άρχισαν να ονειρεύονται και πάλι. Να σχεδιάζουν τη ζωή τους πάνω στα χαλάσματα. Τα παιδιά μεγάλωναν με τις καλύτερες συμβουλές, μα πάνω απ’ όλα με την αγάπη προς την Παναγιά. Απ’ τα πρώτα χρόνια τούτο το μικρό κορίτσι της οικογένειας ξεχώριζε για την ευγένεια και τη θεοσέβειά του. Όσο και να τα διδάξεις αυτά δε φτάνει, πρέπει να έχεις να μοιάσεις. Έτσι λέγανε τότε. Πέρα από τους δυο γονείς ήταν και κείνες οι διηγήσεις για τον χαμένο αδερφό της μάνας, το διάκονό τους. Και γι’ αυτόν προσευχόταν η μικρή Αγγελική. Ώρες πέρναγε μπροστά στο εικονοστάσι του σπιτιού. Εκεί ξέχναγε την πείνα και τη δίψα της. Τούτη η κουβέντα με τους αγίους τη χόρταινε και την ξεδιψούσε, τη γαλήνευε, την παρηγορούσε, της έφτανε, κι έβλεπε τον κόσμο πιο όμορφο. Τις Κυριακάδες δε η οικογένεια είχε μεγάλη χαρά, όμοια με γιορτή. Αχάραγα ξυπνούσαν να πάνε στην εκκλησιά, την Ευαγγελίστρια, ν’ ακούσουν τον πατέρα Γρηγέντιο. Στη Λιβαδειά κείνα τα χρόνια δέσποζε η πνευματική μορφή του. Βλέπετε είχε τελειώσει το μεγάλο σχολείο της καλογερικής στο Αγιο Όρος. Η μικρή Αγγελική πρώτη τις Κυριακάδες στην Ευαγγελίστρια, πρώτη και στο Κατηχητικό. Κοντά της και τα δυο αδερφάκια της.

Με το πέρασμα των χρόνων η μικρή αφιερώθηκε ολοκληρωτικά στα θεία, ζούσε κι ανέπνεε για τον Χριστό. Μόλις τέλειωσε το Σχολείο τη ζήτησε να την μεγαλώσει η αδερφή της Ανθούλας. Πήγε στην Αθήνα, όπου έμενε η θεία της, αλλά αυτή ονειρευόταν την Ευαγγελίστρια, τον Γρηγέντιο, τα μοναστήρια της Βοιωτίας. Ένα χρόνο άντεξε. Η πρωτεύουσα χωρίς αρχή και τέλος την έπνιγε. Αυτή ήθελε να αναπνέει προσευχή στη δικιά της φωλιά. Γύρισε στη Λιβαδειά κι ήταν σα να μην είχε λείψει ούτε μέρα. Θάταν 15, θες 16 χρονών όταν οργανώθηκε μια Προσκυνηματική επίσκεψη στο Μοναστήρι της Ευαγγελίστριας στον Ελικώνα. Σ’ αυτό δέσποζε η χαρισματική μορφή της τότε Γερόντισσας Ανθούσας Μαντά. Δεν άργησε να αποφασίσει. Αλλωστε ήταν έτοιμη από καιρό. ‘’Εγώ θα μείνω εδώ!’’, δήλωσε σταθερά και αποφασιστικά στη μάνα της. Σταυροκοπήθηκε και της ευχήθηκε κάθε ευτυχία. ‘’Τούτο το παιδί δεν είναι για τούτο τον κόσμο’’. Φύγανε για να έρθουνε την άλλη μέρα με τον κυρ Σεραφείμ να ευχαριστήσουν τη Γερόντισσα. Κατά τον ίδιο τρόπο ήρθε κι αυτή πριν ένα χρόνο, το 1959, να ξαναγεννήσει το μοναστήρι. Αφησε την Αράχοβα και τα κιλίμια της για την προσευχή, για το νυμφίο, για το μεγάλο στοίχημα του ξαναζωντανέματος του μοναχισμού στη Βοιωτία. Μαζί της από ένα άλλο μοναστήρι, αυτό της Ιερουσαλήμ, ήρθε κι ο γέροντας Ιγνάτιος να στηρίξει την προσπάθεια. Η αδελφότητα σιγά σιγά πληθαίνει, το βουνό απέναντι απ’ τον Ελικώνα γίνεται καταφυγή. Το 1960 η μικρή Αγγελική πήρε το καλογερικό όνομα, ονομάστηκε Χριστονύμφη. Τώρα, ναι, μπορεί ν’ αφιερωθεί στο δοξολόγημα της Παναγιάς, να κάψει με το φως της αλήθειας τα σωθικά της. Βράδια ολόκληρα ακοίμητη να συνομιλεί ικετευτικά για τις αμαρτίες του κόσμου. Εσωστρεφής άνθρωπος, της σιωπής, της προσευχής, του διαβάσματος, της μετάνοιας, της υπακοής, της νηστείας. Αέρινη φιγούρα που σαν ίσκιος χάνεται διακριτικά αναζητώντας τη μοναξιά της.

Δεν άργησε και η άλλη αδελφή, η Βενετία, να πεθυμήσει τον δρόμο της Χριστονύμφης. Ήταν το έτος 1965, που σε μια επίσκεψη στο μοναστήρι της εκμυστηρεύτηκε στη γερόντισσα τη μεγάλη απόφαση να παραμείνει κοντά στην αδελφή της. Της δόθηκε το όνομα Θέκλα. Τα χρόνια περνούν, ανίκητος ο χρόνος, η γερόντισσα Ανθούσα έτοιμη για την άνω Ιερουσαλήμ. Τι θα γίνει το μοναστήρι; Σε σημείωμά της γράφει τα δυο ονόματα: Φιλοθέη, Χριστονύμφη. Η πρώτη το ξέκοψε μιας δια παντός. Ούτε η δεύτερη αποφασίζει. Χρειάστηκε να τη συναντήσει ο τότε Μητροπολίτης Ιερώνυμος, να τη διαβεβαιώσει ότι θα είναι δίπλα της. Έτσι μόνο συναίνει. Όμως το σχέδιο της Παναγιάς ήταν άλλο. Ίσως, να την προόριζε για επουράνιο αξίωμα. Πράγματι, σύντομα η υγεία της άρχισε να την προδίδει, ώσπου το 2011 παραιτήθηκε. Έζησε αποτραβηγμένη στο κελί της μέχρι το 2019, όπου και κοιμήθηκε μια Απριλιάτικη μέρα που τ’ άνθη δοκίμαζαν την ομορφιά τους. Διακριτικά, αθόρυβα, ταπεινά μας άφησε στην αβάσταχτη καθημερινότητά μας. Θα τη μακαρίζουμε, θα την αναφέρουμε, θ’ ανάβουμε ένα κεράκι στη μνήμη της και θα θυμόμαστε ότι από τούτο το βουνό, από τούτη την ερημιά του κόσμου πέρασε μια σιωπηλή γερόντισσα που ζει στις καρδιές μας. Μια μεσίτρια της αγάπης του Θεού.

Αθαν. Γ. Καραπέτσας