ΑρχικήΕιδήσειςΒοιωτίαΓιώργος Πέππας: Τι θα γίνει με το μεταναστευτικό;

Γιώργος Πέππας: Τι θα γίνει με το μεταναστευτικό;

Γιώργος Πέππας: Τι θα γίνει με το μεταναστευτικό;

«Σας υπόσχομαι, τίποτα από όλα αυτά δεν θα γίνει, δεν θα υπάρξει διαφορά, η μαζική μετανάστευση θα συνεχίσει στον άνευ προηγουμένου ρυθμό, η χώρα θα συνεχίσει να αλλάζει»

Πέμπτη, 28 Σεπτεμβρίου 2023

Γιώργος Πέππας

Όποιος παρατηρεί, ακόμη και σποραδικά, τις ειδήσεις, βλέπει πως το μεταναστευτικό βρίσκεται διαρκώς στο επίκεντρο του πολιτικού γίγνεσθαι της Δύσης. Ανθρωποι από όλον τον κόσμο, επιδιώκουν με κάθε μέσο, και με τεράστιο ρίσκο, να μεταναστεύσουν σε πλούσιες χώρες της Δύσης, και ιδιαίτερα σε αυτές που υπάρχει ισχυρό κοινωνικό κράτος, για ένα καλύτερο αύριο. ?λλοι με βάρκες, άλλοι μέσα σε κοντέινερ φορτηγών ή σε πολυπληθή καραβάνια, διασχίζουν τεράστιες αποστάσεις ώστε να φτάσουν στην «γη της Επαγγελίας», ενώ ουκ ολίγες φορές ορισμένοι χάνουν την ζωή τους μέσα σε αυτά τα ταξίδια. Αν λάβει δε κανείς σοβαρά τον Ο.Η.Ε., το πρόβλημα θα χειροτερέψει σε σημαντικό βαθμό στο μέλλον, λόγω της «κλιματικής αλλαγής», με εκατοντάδες χιλιάδες ή και εκατομμύρια επιπλέον «κλιματικούς μετανάστες», ό,τι και αν σημαίνει αυτό.

Λαμβάνοντας κανείς υπόψη του την σοβαρότητα της κατάστασης, θα περίμενε πως οι πολιτικοί, των τελευταίων δεκαετιών και όχι μόνο, θα έθεταν σε ισχύ σοβαρές και αποτελεσματικές πολιτικές, ώστε να αντιμετωπίσουν αυτές τις τεράστιες, και παράνομες, ροές μεταναστών, όμως αυτό θα προϋπόθετε την ύπαρξη σοβαρών πολιτικών, κάτι που σπανίζει ιδιαίτερα. Αντιθέτως, οι πολίτες των δυτικών χωρών αντιμετωπίζουν την μια προδοσία μετά την άλλη από τους εκλεγμένους εκπροσώπους τους, τους υπηρέτες του λαού. Η πολιτική προδοσία από τον προοδευτικό χώρο είναι σχεδόν αναμενόμενη σε αυτό το θέμα, καθώς η συντριπτική πλειοψηφία αυτού του χώρου είναι υπέρ της ανεξέλεγκτης μετανάστευσης, με κάποιες πιο ακραίες φωνές, τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό, να ζητούν την κατάργηση των εθνικών συνόρων. Η χειρότερη προδοσία όμως είναι αυτή από τον συντηρητικό χώρο, που υπόσχεται διαρκώς να θέσει υπό έλεγχο το μεταναστευτικό, να θωρακίσει τα σύνορα, και όταν ανέβει στην εξουσία, ανταγωνίζεται την αριστερά για το ποιος θα υλοποιήσει τις πιο προοδευτικές πολιτικές.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί το Ηνωμένο Βασίλειο, όπου κατά την θητεία του Πρωθυπουργού των Εργατικών, Tony Blair, η χώρα άλλαξε ριζικά από την ανεξέλεγκτη μετανάστευση, με πολλούς να ξυπνούν μια ωραία πρωία συνειδητοποιώντας πως η χώρα τους έγινε αγνώριστη. Οι Συντηρητικοί, οι λεγόμενοι Tories, ανέβηκαν στην εξουσία το 2010, με την υπόσχεση πως θα θέσουν υπό έλεγχο την μετανάστευση, και τι κατάφεραν; Μετά από δεκατρία χρόνια συντηρητικής διακυβέρνησης, και την αλλαγή πέντε διαφορετικών συντηρητικών Πρωθυπουργών, το Ηνωμένο Βασίλειο, που πριν από μονάχα έναν αιώνα «ο ήλιος δεν έδυε ποτέ στην Βρετανική Αυτοκρατορία», αδυνατεί να θέσει υπό έλεγχο τα σύνορά του, με δεκάδες χιλιάδες παράνομους μετανάστες να φτάνουν με αυτοσχέδιες βάρκες από την Γαλλία στις ακτές της Αγγλίας. Σε κάθε εκλογικό κύκλο οι Συντηρητικοί υπόσχονται πως αυτή τη φορά θα θέσουν υπό έλεγχο το μεταναστευτικό, κάτι που υποστήριζαν και με το Brexit, μονάχα για να επιστρέψουν στην απραγία και τις δικαιολογίες μόλις κερδίσουν τις εκλογές. Την κατάσταση περιέγραψε, πριν από πολλά χρόνια, ο ?γγλος δημοσιογράφος, Peter Hitchens, κατά την συμμετοχή του στην εκπομπή του BBC, “Question Time”. «Το ζήτημα εδώ είναι πολύ βαθύτερο. Το κόμμα της Emily Thornberry (σ.σ. οι Εργατικοί), όπως ξέρουμε τώρα εξ αιτίας των συνταρακτικών αποκαλύψεων του Andrew Neather, ενός πρώην εργαζόμενου των Νέων Εργατικών, σκόπιμα ήλπιζε να μεταμορφώσει αυτή τη χώρα μέσω της μαζικής μετανάστευσης κατά την θητεία του, και σε μεγάλο βαθμό το πέτυχε αυτό, όπως άνθρωποι σε πολλές περιοχές της χώρας γνωρίζουν πολύ καλά. Το μέγεθος της αλλαγής από την μαζική μετανάστευση είναι άνευ προηγουμένου στην εθνική μας ιστορία. Το κόμμα των Συντηρητικών, παριστάνει πως είναι ενάντια σε αυτό. Όμως γνωρίζει κατά βάθος πως εκτός και αν βγούμε από την Ευρωπαϊκή Ένωση, δεν έχει καμία δύναμη να δράσει πάνω σε αυτό το θέμα. Έτσι, εδώ και εκεί, ο Πρωθυπουργός μας, ο κύριος «γλιστερός» (σ.σ. εννοεί τον David Cameron), ζητάει από τους Υπουργούς του «βρείτε κάτι που να ακούγεται συντηρητικό, επειδή χάνουμε πάρα πολλές ψήφους από το UKIP». Και έτσι εμφανίζεται ο Eric Pickles με τα θέματά του για τις προβληματικές οικογένειες, και έτσι εμφανίζεται η Theresa May με τις κατευθυντήριες γραμμές της για το μεταναστευτικό. Σας υπόσχομαι, τίποτα από όλα αυτά δεν θα γίνει, δεν θα υπάρξει διαφορά, η μαζική μετανάστευση θα συνεχίσει στον άνευ προηγουμένου ρυθμό, η χώρα θα συνεχίσει να αλλάζει. Αν είστε υπέρ αυτού, δεν είναι κακό, το πρόβλημά μου είναι πως κανείς ποτέ δεν ρωτήθηκε αν το θέλαμε αυτό, και την στιγμή που το ανακαλύψαμε, ήταν πολύ αργά να κάνουμε οτιδήποτε για αυτό.»

Και βλέπουμε, ακόμη και όταν το Η.Β. εξήλθε της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η κατάσταση συνεχίζει να παραμένει η ίδια. Σε περίπτωση που οι εκλογείς του Η.Β., από απελπισία, επιλέξουν να εκλέξουν τους Εργατικούς στη Κυβέρνηση, η κατάσταση απλά θα χειροτερέψει. Το ίδιο βλέπει κανείς και στις ΗΠΑ, όπου επί την Προεδρεία του Donald Trump έγινε μια σημαντική προσπάθεια, για πρώτη φορά εδώ και αρκετό καιρό, να τεθεί υπό έλεγχο η κατάσταση, με τους Δημοκρατικούς να χαρακτηρίζουν ως «ρατσιστικό» το τείχος που υπήρχε, και ενισχυόταν, στα νότια σύνορα των ΗΠΑ, ωσάν ένα αντικείμενο δύναται να είναι «ρατσιστικό», ενώ μετά τις εκλογές η Αντιπρόεδρος των ΗΠΑ, Kamala Harris, παρακάλεσε τους μετανάστες να μην μεταναστεύσουν στις ΗΠΑ, μια έκκληση που αγνοήθηκε, ενώ ακόμη και η προοδευτική πολιτεία της Νέας Υόρκης, που ήρθε σε επαφή με την πραγματικότητα της μαζικής μετανάστευσης, εκλιπαρεί να βρεθεί μια λύση για το μεταναστευτικό, παρά το γεγονός πως στο παρελθόν κουνούσαν οι ίδιοι πολιτικοί το δάχτυλο στους Ρεπουμπλικάνους, αποκαλώντας τους ρατσιστές και ξενοφοβικούς, επειδή ζητούσαν λύσεις στα προβλήματα που αντιμετωπίζουν σήμερα στη Νέα Υόρκη.

Οι προοδευτικοί, όπως είθισται να κάνουν, επικεντρώνονται πάντοτε στα συναισθηματικά επιχειρήματα. Σκεφτείτε τις γυναίκες, σκεφτείτε τα παιδιά, κάτι πρέπει να κάνουμε, και όποιος τάσσεται ενάντια μας, πρέπει να είναι ένα αναίσθητο τέρας που δεν ενδιαφέρεται για τις γυναίκες και τα αθώα παιδιά. Βέβαια, όσο πειστικό και να είναι αυτό το επιχείρημα, γιατί ως συναισθηματικό επιχείρημα αγγίζει τις καρδιές όλων των ανθρώπων, συνειδητοποιεί κανείς, όταν το σκεφτεί για λίγα λεπτά, πως δεν αποτελεί λύση για την κατάσταση. Υπάρχουν ανείπωτα εκατομμύρια ανθρώπων που θα επιθυμούσαν να ζουν στη Δύση, ιδιαίτερα σε χώρες με ισχυρό κοινωνικό κράτος, φτωχοί, άτυχοι, άρρωστοι, γυναίκες και παιδιά, και με την λογική των προοδευτικών, θα πρέπει να υποδεχτούμε όλα αυτά τα εκατομμύρια, με ανοιχτές αγκάλες, ανεξαρτήτων των επιπτώσεων. Δεν χρειάζεται να σκεφτεί κανείς βαρετά πράγματα, όπως «που θα ζήσουν όλοι αυτοί οι άνθρωποι; Που θα πάνε σχολείο; Θα αντέχει το σύστημα υγείας, οι υποδομές της χώρας αν αυξηθεί μέσα σε λίγα χρόνια ο πληθυσμός 20-30-40%;» ή «μια τέτοια πολιτική πως θα επηρεάσει οικονομικά την χώρα; Θα επιβαρυνθούν οι φορολογούμενοι; Θα αντέξουμε οικονομικά;» Αντιθέτως θα πρέπει να μας κυριεύει το συναίσθημα και να αποφασίζουμε με βάση αυτό, ειδάλλως είμαστε, σύμφωνα με τους προοδευτικούς, αναίσθητοι και ανήθικοι.

Στην πραγματικότητα, αν επιτρέψουμε την μαζική μετανάστευση, αργά ή γρήγορα θα γίνουμε περισσότερο σαν τις χώρες από τις οποίες επιδιώκουν να δραπετεύσουν οι άνθρωποι αυτοί, διότι πολύ απλά δεν θα αντέξει το σύστημα την δραματική αύξηση του πληθυσμού. Σε περίπτωση που οι χώρες της Ευρώπης ήταν όντως καπιταλιστικές, θα μετανάστευαν, ακόμη και παράνομα, σε αυτές, μονάχα όσοι μετανάστες θεωρούσαν ότι θα έβγαζαν μόνοι τους τα προς το ζην, τώρα όμως, λόγω των επιδοματικών πολιτικών, οι άνθρωποι αυτοί φτάνουν στις χώρες μας απαιτώντας σπίτια, ρούχα, ιατροφαρμακευτική κάλυψη, εκπαίδευση, αλλά και φαγητό, και όλα αυτά τα παρέχουν οι φορολογούμενοι, κάτι που ζημιώνει, οικονομικά, σε τεράστια βαθμό τους πολίτες του εκάστοτε κράτους. Περαιτέρω, πως θα αντιμετωπίσουν τα δημόσια νοσοκομεία μια τέτοια δραματική αύξηση του πληθυσμού; Που θα στεγαστούν, σε ανθρώπινες συνθήκες, οι μετανάστες που θα φτάνουν σε όλο και μεγαλύτερους αριθμούς, αν ανοίξουμε τα σύνορά μας; Και πως θα πληρώσουμε για όλες αυτές τις υπηρεσίες, τα επιδόματα, τις παροχές; Αυτά τα σοβαρά ερωτήματα, που θα επηρεάσουν σοβαρά όλη την κοινωνία, οι προοδευτικοί και οι ακτιβιστές τα αγνοούν, διότι τα θεωρούν δευτερεύουσας σημασίας.

Κάτι ακόμα που χρειάζεται να έχουμε υπόψη μας, είναι η κοινωνική συνοχή. Οι περισσότεροι άνθρωποι γνωρίζουν πως διαφορετικές χώρες έχουν και διαφορετικές κουλτούρες, έθιμα, ήθη, θρησκείες, και μέσω αυτών δημιουργούνται διαφορετικές συμπεριφορές και απόψεις. Στο παρελθόν, όταν κάποιος μετανάστευε σε κάποια χώρα, ήταν αναμενόμενο να υιοθετήσει την γλώσσα της χώρας, την κουλτούρα, τα έθιμα, ακόμα και τον τρόπο σκέψης, ώστε να ενσωματωθούν και να διατηρηθεί η κοινωνική συνοχή, καθώς είναι αδύνατο να ζούμε ειρηνικά σε μια κοινωνία όταν δεν υπάρχει συνοχή. Σήμερα όμως, όλο και περισσότεροι είναι αυτοί που ζουν διαρκώς με τύψεις και ενοχές για την ιστορία του λαού τους, για την κουλτούρα τους, θεωρώντας πως οι μετανάστες, νόμιμοι και μη, δεν θα πρέπει να ενσωματωθούν, αντιθέτως θα πρέπει να διατηρήσουν την δική τους κουλτούρα, τα δικά τους έθιμα, και εξ αυτού δημιουργούνται τεράστια προβλήματα, συνδυαστικά με τον τεράστιο αριθμό των, παράνομων, μεταναστών, που δεν μπορεί, ακόμη και αν υπήρχε η πολιτική και κοινωνική βούληση, να ενσωματωθεί. Όπως είχε πει και ο Αμερικανός ιστορικός, Victor Davis Hanson, «Η Ρώμη λειτουργούσε όταν ξένοι περνούσαν τα σύνορά της για να γίνουν Ρωμαίοι. Απέτυχε όταν οι νεοφερμένοι κατέφυγαν στην αυτοκρατορία και συνέχισαν να ακολουθούν την δική τους κουλτούρα».

Τοιουτοτρόπως, αντιλαμβάνεται κανείς την πολυπλοκότητα του ζητήματος, και την δυσκολία να αντιμετωπιστεί επιτυχώς, καθώς από την μια πλευρά οι συντηρητικοί τείνουν να προδίδουν τους εκλογείς τους, και από την άλλη οι προοδευτικοί, συλλήβδην, είτε τάσσονται υπέρ της μαζικής μετανάστευσης, σε μικρότερο ή μεγαλύτερο βαθμό, είτε παραμένουν παθητικοί απέναντί της. Το ζήτημα αυτό αδυνατούν να το αντιμετωπίσουν οι προοδευτικοί, διότι δεν το αναγνωρίζουν καν ως πρόβλημα, ως κάτι που πρέπει να σταματήσει, αντιθέτως επιδιώκουν διακαώς να κάνουν πιο εύκολη την είσοδο μεταναστών στις χώρες μας, και πιο δύσκολη την απέλαση αυτών. Έτσι, η λύση μπορεί να έρθει μονάχα από τον συντηρητικό χώρο. Το θέμα είναι, ποια θα είναι αυτή η λύση;

Αρχικά, θα πρέπει να γίνεται αυστηρή διάκριση μεταξύ των προσφύγων και των παράνομων μεταναστών, ιδιαίτερα σε περιπτώσεις που η Δύση, και κυρίως οι ΗΠΑ, έχουν δημιουργήσει αυτούς τους πρόσφυγες μέσω των πολέμων που έχουν διεξάγει τις τελευταίες δεκαετίες, π.χ. στη Λιβύη και στη Συρία, κάτι που προϋποθέτει μεγαλύτερη συνεργασία των κρατών, για ταυτοποίηση στοιχείων, και ταχύτερη επεξεργασία των αιτήσεων που πραγματοποιούν οι αιτούντες άσυλο. Θα πρέπει, όσο είναι δυνατό, να αντιμετωπιστεί το πρόβλημα στη ρίζα του, και σημαντικό κομμάτι σε αυτή την προσπάθεια είναι η παύση των παρεμβατικών πολιτικών της Δύσης σε χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής, που έχει ως απότοκο την αποσταθεροποίηση των περιοχών αυτών. Προφανώς, θα πρέπει να βοηθήσουμε, είτε μέσω του κράτους είτε μέσω εθελοντικής εργασίας, γειτονικές χώρες που το έχουν ανάγκη, όμως αυτό προϋποθέτει και κάποιους όρους. Π.χ., το να προσφέρει η μια ή η άλλη χώρα χρηματική βοήθεια, οικονομικά πακέτα, σε διεφθαρμένες κυβερνήσεις οι οποίες θα τα υφαρπάξουν, αντί να δημιουργήσουν υποδομές ή να προσελκύσουν επενδύσεις που θα τονώσουν την οικονομία, έχει ελάχιστο νόημα, ενώ πρέπει να λάβουμε σοβαρά υπόψη το πως επηρεάζει αυτή η βοήθεια τις τοπικές οικονομίες και αγορές. Η σταθεροποίηση και η ευμάρεια πολλών κρατών της Αφρικής προϋποθέτει την δική τους αλλαγή, καθώς πολλές χώρες, όπως η Νότια Αφρική και η Ζιμπάμπουε, προκάλεσαν οι ίδιες, μέσα από την υλοποίηση καταστροφικών πολιτικών, τα προβλήματα και την φτώχεια που αντιμετωπίζουν σήμερα. Αν διαρκώς η Δύση δέχεται ως μετανάστες όλους όσους δυσανασχετούν με την καθεστηκυία τάξη στις χώρες αυτές, η κατάσταση δεν θα αλλάξει ποτέ. Την ίδια στιγμή, πολλοί υποστηρίζουν πως χρειαζόμαστε μετανάστες από την Αφρική, διότι στα νοσοκομεία δυτικών χωρών υπάρχουν ελλείψεις σε γιατρούς, νοσοκόμες, κ.ο.κ, όμως τα άτομα αυτά δεν διερωτώνται ποτέ, πραγματικά, ποιος χρειάζεται περισσότερο αυτούς τους υποτιθέμενους επιστήμονες και εξειδικευμένους εργάτες; Χώρες όπως η Αγγλία και η Γερμανία, ή χώρες όπως η Λιβύη, η Σομαλία και η Νότια Αφρική; Η απάντηση είναι προφανής. Αυτό που μπορούμε να κάνουμε, είναι να παρέχουμε εξειδικευμένη εκπαίδευση, τις γνώσεις για την δημιουργία υποδομών, σε όποιες χώρες το έχουν ανάγκη, και άλλες παρόμοιες λύσεις που θα βελτιώσουν την κατάσταση σε αυτές τις χώρες. Λύσεις πρέπει να δοθούν σε αυτές τις χώρες που το έχουν ανάγκη, με πολιτικές αλλαγές, με πάταξη της διαφθοράς, και την αλλαγή των οικονομικών πολιτικών, ούτως ώστε να προσελκύσουν επενδύσεις και να βελτιωθεί η ζωή όλων των πολιτών, και όχι μόνο αυτών που έχουν τα μέσα να μεταναστεύσουν, νόμιμα ή παράνομα, στη Δύση. Όμως η πικρή αλήθεια είναι πως και εμείς έχουμε τα όρια μας, όσο αφορά την παρέμβαση που μπορούμε, ή καλύτερα πρέπει, να κάνουμε. Αν μια χώρα, ένας λαός, αρνείται να υλοποιήσει τις απαραίτητες αλλαγές, που χρειάζονται για να δημιουργηθεί πλούτος και να υπάρξει οικονομική ευμάρεια, είναι ανήθικο να επιβάλει η Δύση την βούλησή της πάνω σε αυτή τη χώρα, ακόμη και αν εμείς θεωρούμε πως είναι καλό τους.

Προσωπικά θεωρώ, δυστυχώς, πως τίποτα από όλα αυτά δεν θα γίνει. Η κατάσταση θα συνεχίσει να χειροτερεύει, η μαζική μετανάστευση θα συνεχίσει να πραγματοποιείται, και οι πολίτες της Δύσης δεν θα έχουν κανέναν λόγο πάνω σε αυτό το θέμα, όπως γίνεται εδώ και πολλά χρόνια. Στο θέματα της μετανάστευσης, άλλα θέλουν οι πολίτες, και άλλα οι πολιτικοί.