ΑρχικήΕιδήσειςΒοιωτίαΑθανάσιος Καραπέτσας: «Υπερεργασία μήτηρ πάσης κακίας»

Αθανάσιος Καραπέτσας: «Υπερεργασία μήτηρ πάσης κακίας»

Αθανάσιος Καραπέτσας: «Υπερεργασία μήτηρ πάσης κακίας»

Τρίτη, 1 Ιουνίου 2021

Γιώργος Πέππας

Τελευταία όλο και περισσότερο γίνεται κουβέντα για την καταστρατήγηση του θεσπισμένου ωραρίου εργασίας. Θα μου πείτε, όπου υπάρχει καπνός, περίμενε και τη φωτιά. Στην περίπτωση αυτή οι εργαζόμενοι θα χρειαστεί, δυστυχώς, να μετρήσουν για μια φορά ακόμη τις δυνάμεις και τις αντοχές τους απέναντι στους εργοδότες. Κι όποιος αντέξει. Πραγματικά, έχουν περάσει δεκάδες χρόνια από τότε που οι εργαζόμενοι πίστεψαν ότι η διάδοση των μηχανών θα τους ξαλαφρώσουν. Και τώρα μετράμε τέσσερες βιομηχανικές επαναστάσεις, έχουμε περάσει στη ρομποτική εποχή και για τους εργαζόμενους, όλως παραδόξως, αντί να λιγοστέψουν αυξάνουν τις ώρες απασχόλησής τους. Αντί να τους ξεκουράσουν, τους εξουθενώνουν. Μέχρι τώρα ο εργαζόμενος συναγωνιζόταν τον διπλανό του, τώρα θα τον κυνηγούν μαζί κομπιούτερ και ρομπότ. Αντί χειριστής μηχανής, γρανάζι της, χωρίς ανάπαυλα και οίκτο. Εξάρτημα μιας χρήσης που μετά την πρώτη συντήρηση θα πεταχτεί. Και το τραγικότερο, με την αύξηση της αυτοματοποίησης αυξάνεται ανάλογα και η ανεργία. Συνεπακόλουθα: Φτώχεια, αρρώστιες, απώλεια ηθικού, τεταμένες οικογενειακές σχέσεις, εξαθλίωση.

Βασική και απραγματοποίητη ιδέα των εργατικών διεκδικήσεων παραμένει διαχρονικά το δικαίωμα στην εργασία. Η πιο επαναστατική εκδοχή της εργασίας είναι να εξασφαλίζεται ο ελεύθερος χρόνος, δηλαδή η αυτοδιάθεσή μας και η αξιοποίησή του. Το δικαίωμα στην τεμπελιά διεκδικούσε από το 1880 ο Πωλ Λαφάργκ. Η εργασία δεν αποτελεί ή δεν πρέπει να αποτελεί για τον άνθρωπο αυτοσκοπό, αλλά μέσο για την επιβίωση και την απρόσκοπτη ανάπτυξη του χαρακτήρα του. Στο όνομα όμως της εργασίας, σήμερα, θυσιάζεται όχι μόνο ο ελεύθερος χρόνος αλλά και το κατακτημένο οχτάωρο. Το δεκάωρο καιροφυλαχτεί. Κι άντε, άμα το επάγγελμα μας ικανοποιεί τα όποια κίνητρα, τότε "ανταμείβει" αυτόν που το εκτελεί. Η έλλειψη όμως ικανοποίησης μπορεί να δημιουργήσει οξύ αίσθημα απογοήτευσης και να εμφανιστούν εκδηλώσεις απροσάρμοστης συμπεριφοράς χωρίς ο εργαζόμενος να αντιληφθεί τα αίτια της δυσαρέσκειάς του. Αν δείτε σήμερα πώς οι νέοι μας επιλέγουν επάγγελμα μέσα από τη λοταρία της βαθμολογίας και την απεραντοσύνη του καταλόγου θα καταλάβετε γιατί οι περισσότεροι δεν έχουν μεράκι γι’ αυτό. Στην επιλογή ισχύει ο στίχος: "εμείς γι’ αλλού κινήσαμε κι αλλού η ζωή μας πάει".

Ο εργαζόμενος λαβωμένο θεριό σπαράζει πιασμένος χειροπόδαρα στο δόκανο του συστήματος. Παραδομένοι στις διαφημιστικές καμπάνιες άκριτα ορίζουμε τις επιλογές μας κι οι ανάγκες του καταναλωτισμού ιλιγγιωδώς αυξάνονται. Τότε ξεκινάει το γαϊτανάκι: για ν’ ανταποκριθείς ξοδεύεις όλο και περισσότερα, γίνεσαι έτσι πιο φτωχός μ’ αποτέλεσμα να έχεις περισσότερους λόγους να δουλεύεις, περισσότερους λόγους να υποταχτείς. Για δέστε, αυτό το "άκριτα" βρίσκει αναλογία και στην εκπαίδευσή μας: Παπαγαλία, απομνημόνευση, στείρες γνώσεις, αγραμματοσύνη. Για την κριτική σκέψη απλώς μιλάμε κι όπως πάντα τίποτε δεν γίνεται. Μήπως εδώ πρέπει ν’ αναζητήσουμε τη ρίζα του κακού; Γιατί όχι και εδώ. Ύστερα έχουμε και το φαινόμενο της αποστασιοποίησης από τα κοινά και την απαξία της πολιτικής. Ίσως πολλοί να νομίζουν πως ζούμε σε μια ιδανική κοινωνία που τα προβλήματα επιλύονται από μόνα τους. Η δημοκρατία μετουσιώνεται με τη συμμετοχή. Μ’ αυτά και με τούτα δεν θα χάσουμε μόνο το δικαίωμα στην τεμπελιά αλλά και στη ζωή. Έτσι από το "αργία" θα φτάσουμε στο "υπερεργασία μήτηρ πάσης κακίας".